Αλφαβητικός κατάλογος επιθέτων

Α, Β, Γ&G, Δ & D, Ε, Ζ, Η, Θ, Ι, Κ &C&Q, Λ, Μ, Ν, Ξ, Ο, Π, Ρ, Σ, Τ, Υ, Φ, Χ, Ψ, Ω

*Η ορθογραφία που είναι από αποσπάσματα παλιών εγγράφων παραμένει όπως είναι στο πρωτότυπο.

Ονοματολογία και οικοσημολογία περί Πάρου

Την εποχή της παγκοσμιοποίησης και της ισοπέδωσης γεγονότων και ιδεών, κρατών και λαών, η γενεαλογική έρευνα σαν ιστορική και κοινωνιολογική επιστήμη παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη δημοτικότητα σε πολλές χώρες του κόσμου. Οι άνθρωποι δείχνουν ενδιαφέρον για την φυλετική τους καταγωγή, την εθνική του καταγωγή, τις οικογενειακές τους ρίζες και γενικά για τους προγόνους τους. Στην αναζωπύρωση αυτού του ενδιαφέροντος συντέλεσε και η δημιουργία πολυεθνικών κρατών (ΗΠΑ, Αυστραλία) που εμφανίστηκαν τους τελευταίους δύο αιώνες και τα ισχυρά μεταναστευτικά ρεύματα που ακολούθησαν αυτούς τους αιώνες.

Η ενασχόληση και η έρευνα για την γενεαλογία και τα οικόσημα είναι μια ευγενής πολιτιστική πράξη. Οι πηγές για την καταγωγή των οικογενειών μας επιθέτων είναι τα ιστορικά αρχεία των δημοσίων αρχών και ιδιωτικές συλλογές. Μέσα στις δημοτικές βιβλιοθήκες, ιστορικά αρχεία, εκκλησιαστικά αρχεία μπορούμε να βρούμε έγγραφα, προικοσύμφωνα, νοταριακές πράξεις, μητρώα, τα οποία σηματοδοτούν την καταγωγή μας. Τα εκάστοτε μαρμάρινα οικόσημα, είναι εντοιχισμένα σε οικίες, εκκλησίες, κοιμητήρια, αποτελούν και αυτά μέρος των πηγών αναδεικνύοντας τα σύμβολα των οικογενειακών μας επιθέτων.

Οι πρώτοι και οι πιο σημαντικοί ερευνητές ονοματολογίας στην Ελλάδα υπήρξαν οι Ν. Ανδριώτης και Α. Σιγάλας τον 19ο αιώνα και ο Μ. Τριανταφυλλίδης και Μ. Χατζιδάκης, Χρυς. Τσικριτσή-Κατσιανάκη τον 20ο αιώνα. Έρευνα για τα οικόσημα της Πάρου και αντίστοιχες δημιουργίες έχουν κάνει ο καθηγητής Νίκος Αλιπράντης, ο αρχαιολόγος-αρχιτέκτονας Αναστάσιος Ορλάνδος ο λαογράφος Ζαχαρίας Στέλλας, όπως φυσικά και ο φίλος και πολύτιμος συνεργάτης του blog Ιωάννης Βασιλειόπουλος. Σημειώνουμε ακόμα και τους ξένους Μεσαιωνιστές ιστοριοδίφες όπως ο Γερμανός Κ. Χοπφ, οι Άγγλοι Ο. Μίλλερ και Φ.Ο. Χασλουκ, ο Γάλλος Α. Μπισόν και ο Ολλανδός Β. Σλότ.

Η τοπική ονοματολογία και τα επίθετα της Πάρου χωρίζονται σε ομάδες.

Προέλευση - Καταγωγή

1. Ελληνικά – Παλαιοβυζαντινά βυζαντινά π.χ Αγαλλιανός, Αργυρόπουλος, Αρχολέως, Αλισαφής (πριν το 1204).

2. Φράγκικα - Δυτικά κυρίως Ισπανικά, Ιταλικά και Λοβαρδοβενέτικα π.χ. Κουαρτάνος, Τσιγώνιας, Αλιφιέρης, Αλιπράντης (μετά το 1204). Οι Φράγκοι κατέλαβαν την Πάρο το 1207 και προς ασφάλεια έκτισαν κάστρο στην Παροικιά και αργότερα στη Νάουσα και στα χωριά του Κεφάλου. Οι Παριανοί κατά ένα μεγάλο ποσοστό έχουν Ενετικά-Δυτικά επώνυμα αυτό οφείλεται.

α) στην Βενετοκρατούμενη Πάρο για πάνω απο 3 αιώνες κατα τον μεσαίωνα όπου πολλοί δυτικοί αποίκησαν.

β) μετά τον πόλεμο στην Κρήτη μεταξύ Κρητων, Κρητοβενετών εναντίων των Οθωμανών και νίκη των τελευταίων, πολλοί Κρητοβενετοί κατέφυγαν στις Κυκλάδες

Τα οικογενειακά ονόματα Ενετικής προέλευσης προέρχονται

α) από αναγνωρισμένα και υιοθετημένα νόθα παιδιά των Ενετών,

β) από μικτούς γάμους,

γ) από εξελληνισμένους Βενετούς, που λόγω πτώχευσης έχασαν πρώτα την ευγένειά τους και ύστερα το εθνικό τους φρόνημα,

δ) από βενετικά βαφτιστικά και

ε) πιθανόν και μερικά να προέρχονται από ονόματα Βενετών που επικράτησαν ως παρωνύμια για λόγους σκωπτικούς.

3. Μεταγενέστερα της άλωσης του Μωριά από τους Οθωμανούς και μετά την αποτυχημένη επανάσταση του Ορλόφ. Σε αυτή τη περίοδο κατέφευγαν στις Κυκλάδες πολλές οικογένειες του Μωριά. π.χ. Τριπολιτσιώτης, Δημητρακόπουλος, Μωραΐτης, Αναγνωστόπουλος, Ζησημόπουλος, Γραμματικόπουλος κ.α.

4. Πρόσφυγες. Αρκετοί και οι πρόσφυγες κυρίως από τα Παράλια της Μικράς Ασίας αλλά και απο τα Νησιά του Ανατολικού Αιγαίου μετά τον 19ο αιώνα. Τρία τα μεγάλα κύματα προσφύγων, το 1814 από τα Παράλια, το 1822-24 από Νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και το 1922 πάλι από τα παράλια της Μικράς Ασίας που έμελε να είναι και το τελειωτικό χτύπημα για τον Ελληνισμό της περιοχής.

Κατηγορίες

Εθνικά ή Πατριδωνυμικά-Toπωνυμιακά. Οικογενειακά ονόματα εννοούμε τα ονόματα εκείνα που φανερώνουν τον τόπο όπου ξενοδούλεψε και έζησε ο παρονομασμένος: Πολίτης από την Πόλη, ή πολύ συχνότερα τον τόπο απ’ όπου ήρθε, το χωριό απ’ όπου μετοίκησε. Οι καταλήξεις των πατριδωνυμικών που ακούμε στην Πάρο είναι οι: -αίος, ήτης, -ίτης, -ιος, -ιώτης. Μεταγενέστερες και νεότερες: -αϊτης, -ιάτης, -άνος, -ηνός, -ινός, -(ια)κός.

Επάγγελμα-παρατσούκλι, όπως π.χ. Ράπτης, Μυλωνάς, Χασούρης, Καρποδίνης, Ακάλεστος, Γαλανός, Μαούνης, Μαλαματένιος, κ.α.

Βαπτιστικά, όπως Δημητρίου, Γεωργίου, ή Παυλάκης, Γιαννάκης κ.α.

Αλφαβητικός κατάλογος επιθέτων

Α, Β, Γ, Δ & D, Ε, Ζ, Η, Θ, Ι, Κ & Q, Λ, Μ, Ν, Ξ, Ο, Π, Ρ, Σ, Τ, Υ, Φ, Χ, Ψ, Ω


*Η ορθογραφία που είναι από αποσπάσματα σε παλιά έγγραφα παραμένει όπως είναι στο πρωτότυπο.

Η Θρησκεία στην Πάρο

H Θρησκεία στην Πάρο

ΘΡΗΣΚΕΙΑ: Ο χριστιανισμός στην Πάρο διαδόθηκε μάλλον κατά τα τέλη του 4ου αρχές του 5ου αιω.



Θα μπορούσε να πει κανείς ότι μέχρι τον 6ο αιω. υπήρχαν εθνικοί στην Πάρο. Εξάλλου ο Ναός της Καταπολιανής φτιάχτηκε από τον Ιουστινιανό για να πείσει τους ντόπιους εθνικούς να προσχωρήσουν στη νέα θρησκεία.  
Κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας οι κατακτητές φάνηκαν γενναιόδωροι με την εκκλησία αφού της δόθηκε απόλυτη ελευθερία στην απόκτηση περιούσιας.
Εκείνη την περίοδο δόθηκε άδεια για το χτίσιμο και την επισκευή εκκλησιών. Έτσι η εκκλησία στην Πάρο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας γνώρισε εξαιρετική άνθιση. Όμως, εκτός από τους ορθοδόξους υπήρχαν και καθολικοί στο νησί που υπάρχουν έως και σήμερα. Όμως για να αποφύγουν τις διαφορές οι δυο αυτές μερίδες δημιούργησαν με τον καιρό ένα κλίμα εξαιρετικά αγαθό, που το κύριο γνώρισμά του ήταν οι «Εν Κύριω» αδελφική συνεργασία.
Η Πάρος εκκλησιαστικά υπαγόταν στη δικαιοδοσία του αρχιεπισκόπου Νάξου. Διέθετε δε κατά τους 13ο-16ο αιώνα πολυάριθμους ρωμαιοκαθολικούς πιστούς. Από τα μέσα του 17ου αλλά κυρίως τον 18ο αιώνα άρχισε να συρρικνώνεται η καθολική κοινότητα της Πάρου. Αιτία η έλλειψη ιερέων.
Για πολλά χρόνια οι καθολικοί και οι ορθόδοξοι εξακολουθούν να απευθύνουν έγγραφες αιτήσεις στις προϊστάμενες αρχές του τάγματος που είχε έδρα τη Νάξο. Για την εκπλήρωση του κοινού πόθου τους, το 1674 η αίτηση γίνεται αποδεκτή. Το σχολείο του Αγίου Αθανασίου στη Νάουσα είναι Βυζαντινού ρυθμού. Χτίστηκε από μια ορθόδοξη χριστιανική γυναίκα, άνηκε δηλαδή στους ορθόδοξους, οι οποίοι τον πούλησαν το ναό στους καθολικούς. Αυτό ίσως να έγινε γιατί εκείνη την εποχή υπήρχε ένας διαρκής πόθος των κατοίκων για την εγκατάσταση των Ιησουιτών και των Καπουκίνων στη Πάρο. Η ίδρυση σχολείου στη Νάουσα υπό των καθολικών είχε σκοπούς την μάθηση και την προσήλωση της καθολικής κοινότητας. Ένας σημαντικός που βγήκε από την σχολή του Αγίου Αθανασίου ήταν ο εκ Κώστου Αθανάσιος Τούλιος ο γνωστός μας σήμερα Άγ. Αθανάσιος ο Πάριος. Διδάσκαλοι που δίδαξαν σε αυτό το σχολείο, ξακουστοί για την εποχή τους ήταν ο Λέων από την Καρβίλη (Ισπανία) και ο Λεονάρντο από το Αρράς (Γαλλία). Σε αυτή τη σχολή δίδασκαν, μαθηματικά, ελληνικά, λατινικά, φυσική κ.α. Εκτός από τον Άγιο Αθανάσιο άλλη καθολική εκκλησία που παραμένει έως και σήμερα η Καθολική Ενορία της Νάουσας είναι ο Αι Γιώργης.

«Ο ΚΑΘΟΛΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟ»
Ιστορικές αναφορές για την καθολική εκκλησία στην ΠΑΡΟ και τους καθολικούς του νησιού.

13ος – 17ος αιώνας
Μετά την άλωση της Πόλης από τους Φράγκους το 1204, η Πάρος περιήλθε το 1207στους Ενετούς και υπήχθη στο Δουκάτο της Νάξου με πρώτο δούκα τον Μάρκο Σανούδο. Τότε είναι που το νησί κατακλύζουν έποικοι από τη Δύση, καθολικοί το θρήσκευμα, και συνοικούν στη σημερινή πόλη της Παροικιάς, δυτικά της αρχαίας πόλης. Κτίζουν τρία φρούρια –σε τρείς επίκαιρες θέσεις του νησιού– που μέχρι σήμερα διατηρούνται σε ερείπια. Το κάστρο της Παροικιάς το 1207, το κάστρο της Νάουσας το 1440 και του Κεφάλου το 1410.
Η τελευταία αιματηρή σελίδα της Βενετοκρατίας στην Πάρο θα γραφή το 1537 όταν ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα κατέλαβε το νησί μετά από την μάχη στο κάστρο του Κεφάλου. Οι Ενετοί θα παραμείνουν ως υποτελείς στους Οθωμανούς ως το 1566.
  Δυστυχώς εκείνη την περίοδο (13ος-15ος) δεν έχουμε πολλές αναφορές όμως το γεγονός ότι συναντάμε αρκετές καθολικές εκκλησίες (20) αλλά και η δυτική καταγωγή των κατοίκων που φτάνει το 60 τοις εκατό και σε μερικές περιοχές ξεπερνάει ακόμα και το 80 τοις εκατό, μαρτυρά ότι η καθολική κοινότητα άκμαζε εκείνη την περίοδο.
  Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι η Νάουσα ιδρύθηκε αρχές του 13ου αιώνα από Φράγκους και ήταν γνωστό πειρατοχώρι. Στο κάστρο της Νάουσας [1440] ήταν έως τον 19ο αιώνα ο θυρεός της Βενετίας. Ο Άγιος Γεώργιος των Καθολικών είναι από τις παλαιότερες εν ενεργεία εκκλησία [1460] όπου τον Αύγουστο του 1500 λειτουργεί ως ενοριακός ναός (σήμερα ενοριακό παρεκκλήσι. Στη Νάουσα λειτουργούσαν από τον 16ο ως τον 18ο αι. άλλα δύο παρεκκλήσια, του Αγίου Σεβαστιανού στην ρούγα του Αγίου Σεβαστιανού, όπως την αναφέρουν παλιά νοταριακά έγγραφα Ναούσης, (σήμερα Άγιος Ιωάννης του Προδρόμου, ορθόδοξη εκκλησία) και ο Μέγας Ταξιάρχης ή Ταξιαρχάκι στο «κτήμα του Νεγρή» στο Βουνάλι στην ομώνυμη συνοικία (σήμερα ιδιοκτησία οικ. Ρούσσου), όπως και η μονή των Ιησουϊτών του Αγίου Αθανασίου όπου μοναχοί διδάσκαλοι λειτουργούσαν σχολή. Εκεί φοίτησε και ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος. 
Τον 13ο αιώνα η εκκλησία της Σάντα Μαρίας στην ομώνυμη περιοχή κοντά στη Νάουσα, γνωστό καταφύγιο των πειρατών. Ο ναός βρισκόταν στην Μικρή Σάντα Μαρία, δυτικά της παραλίας όπου έχει καταποντιστεί στην θάλασσα.
Στην περιοχή των Πρωτορίων (ή Πρετόρια) μεταξύ Παροικιάς και Νάουσας υπάρχουν ως και σήμερα τα ερείπια από καθολικό εξωκλήσι που υπολογίζεται ότι χτίστηκε λίγο μετά το σχίσμα των εκκλησιών [1207].
Δύο λατινικά παρεκκλήσια αναφέρονται εντός της Εκατονταπυλιανής, το ένα από το 1658 και το άλλο παλαιότατο!.
Την ίδια περίοδο εντός του Φράγκικου κάστρου της Παροικιάς [κτίση του 1260] αναφέρεται ότι υπήρχε καπέλλα του Σανούδου. Στην Παροικιά λειτουργούσε ακόμα ως ενοριακός ναός ο Άγιος Νικόλαος του Αρρανού [1680] (σήμερα ορθόδοξη), το 1674 ιδρύετε η μονή των Καπουκίνων αφιερωμένη στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, γνωστό ως Φραγκομονάστηρο, και το 1680 ο Ενοριακός Ναός του Αγίου Αντωνίου της Παδουής (σήμερα η μοναδική Ενορία στην Πάρο). Στην Παροικιά μας είναι γνωστή και η Καπέλα του 16ου αι. των Κονδύλιδων στο πίσω μέρος του αρχοντικού τους στην Παροικιά, αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο. Λειτουργούσε ως τον 19ο αι. πλέον έχει κατεδαφιστεί.
Τον 14ο αιώνα η Αντίπαρο έχει κι εκείνη την δική της Καθολική εκκλησία στο όνομα του Αρχάγγελου Μιχαήλ.
Στο Κάστρο του Κεφάλου είναι γνωστή καπέλλα του Δούκα Σανούδου (αργότερα Σομμαρίπα) σήμερα είναι η ορθόδοξη μονή του Αγίου Αντωνίου. Εντός των τειχών του κάστρου αναφέρονται άλλα 5 ναϊδρια κοινής λατρείας και η Παναγία Φλουριά στους πρόποδες του Κεφάλου. Την ίδια περίοδο λειτουργεί άλλος ένας καθολικός Ναός στην περιοχή Καστελλάνος δυτικά της Μάρπησσας, ο Άγιος Αντώνιος ή Καστελλάνος.
Αρκετοί Ναοί κοινής λατρείας υπήρχαν και στο χωριό Μάρμαρα (ίσως τρείς).

18ος-19ος αιώνας
Ο αριθμός των καθολικών της Πάρου μειώνεται αργά αλλά σταθερά. Με την απήχηση των διαφόρων πολιτικών και στρατιωτικών γεγονότων, με την εξάπλωση της παιδείας και την βαθμιαία αφύπνιση των εθνικών συνειδήσεων, οι μεικτοί γάμοι αλλά και η έλλειψη ιερέων οδηγεί τις νέες γενιές στην ορθοδοξία. Η κατάσταση είχε ήδη επιδεινωθεί με τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1768-1774, οπότε η Πάρος με τους ασφαλείς της όρμους γίνεται ο κύριος σταθμός της ρωσικής μοίρας, στην μεριά του Αϊ Γιάννη και το Ναυαρχείο στο νησί της Αγ. Καλής (Ανάληψη). Στη Νάουσα αυτή την εποχή υπάρχουν περίπου 30 οικογένειες Καθολικών. Με τον ερχομό των Ρώσων διώχθηκαν και έφυγαν σχεδόν όλοι. Φανατικοί ορθόδοξοι αρβανιτόφωνοι της Ύδρας, Σπετσών, του Σουλίου και Ηπειρώτες που υπηρετούσαν στον στόλο ως μισθοφόροι, εκδίωκαν αυτές τις οικογένειες, κατέστρεψαν τις εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Σεβαστιανού καθώς και το ενοριακό σπίτι. Αργότερα, ο υπεύθυνος του Ρωσικού Στόλου Ναύαρχος Ερμάνοφ έδωσε εντολή στον τότε καθολικό Βικάριο της Νάουσας Ιάκωβο Βαρότση να γκρεμίσει όλα τα Ρώσικα κτήρια και να πάρει τα υλικά ως αποζημίωση, για την καταστροφή που τους έκαναν οι «άτακτοι» στρατιώτες.
Στην Παροικιά, οι φανατικοί ορθόδοξοι αλβανόφωνοι (αρβανίτες) είχαν απαγορεύσει, σε όσους είχαν απομείνει, την είσοδο τους στην Εκατονταπυλιανή, όπου είχαν παρεκκλήσι και βωμό, και κατέστρεψαν την μονή των καπουκίνων μοναχών στην Παροικία, γνωστή ως Φραγκομονάστηρο, αλλά και την εκκλησία του Αγίου Αντωνίου της Παδουήλ (σήμερα ενοριακός ναός),  ακόμη βεβήλωσαν τάφους.
Τότε οι περισσότεροι από τις 90 περίπου καθολικών οικογενειών του νησιού (έναντι των 6.000 ορθοδόξων) σκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη, κυρίως στην Σμύρνη, την Σύρο και την Τήνο. Μετά την λήξη του πολέμου επέστρεψαν μερικοί, ώστε κατά τα τέλη του 19ου αι. έφθαναν μόλις μερικές δεκάδες. Στην Παροικιά οι περισσότεροι ήταν φτωχοί. Μάταια ο πιο πλούσιος ανάμεσά τους, Λεονάρδος Κονδύλης, θερμός καθολικός και προύχοντας του τόπου, προσπαθούσε ν' αναζωογόνηση τον καθολικισμό που έσβηνε μοιράζοντας ελεημοσύνες στους φτωχούς ομόδοξους του και προστατεύοντάς τους όσο μπορούσε. Έτσι ο καθολικός αρχιεπίσκοπος Παροναξίας Ιωάννης Βαπτιστής Κρίσπης, ο οποίος καταγγέλλει τις κακοήθειες των ορθοδόξων αρβανιτόφωνων σε βάρος των καθολικών και των θρησκευτικών ιδρυμάτων τους, διαπίστωνε μελαγχολικά στην έκθεσή του προς την Sacra Congregazione ότι από τους τρεις άλλοτε ιερείς, που εξυπηρετούσαν τις πνευματικές ανάγκες του ποιμνίου τους ως εφημέριοι ή ως εξωτερικοί επίτροποι στην Παροικία, Νάουσα και Αντίπαρο, τώρα μόνον ένας λειτουργούσε με τον τίτλο του βικαρίου και με μόνιμη έδρα την Παροικία.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι σχέσεις των ντόπιων παριανών, Καθολικών και Ορθοδόξων ήταν πάντοτε αρμονικές. Θα αναφερθώ  σε έγγραφο Ναούσης του 18ου αιώνα που αναφέρει ότι κατά την αναχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων, κάτοικοι της Νάουσας απαγχόνισαν στο Βουνάλι (περιοχή της Νάουσας) κάποιους «άτακτους» αρβανίτες παίρνοντας εκδίκηση για το κακό που έκαναν στους συγχωριανούς τους καθολικούς.


Στο Αρχείο της Καθολικής Αρχιεπισκοπής Νάξου σώζεται μία «καταγραφή της νήσου Πάρου του 1830: Τα χωριά είναι έξη και η Χώρα επτά. Ήγουν Παροικία, Άουσα, Κόστος, Λεύκες, Τζιπίδο, Δραγουλά και Μάρμαρα…» Για τα Κάτω Χωριά αναφέρει: «Των Μαρμάρων κάτοικοι είναι 280 και Λατίνοι 28. Όλοι ομού 308. Του Τζιμπίδου κάτοικοι είναι 520 και Λατίνοι 27. Όλοι ομού 547. Του Δραγουλά κάτοικοι είναι 140 και Λατίνοι 6. Όλοι ομού 146».

Σε περιοδικό που εκδιδόταν από την Αδελφότης της Εν Σμύρνη των Παρίων η «Εκατονταπυλιανή» στο τεύχος Μαΐου του 1895 Εν Σμύρνη, αναφέρει ως τίτλο στην σελίδα 23 «ο Ναός Φιλόξενων τους Καθολικούς». Λέον, φίλε αναγνώστα, να γνωρίζεις ότι εν Πάρω κατώχουν ολίγοι Καθολικοί, και ότι εκτός τούτων συνεχώς ήρχοντο, ως έτι και νύν, εκ της γείτονος Νάξου πολλοί τοιούτοι. Ευγενείς τους τρόπους, αγαθοί την καρδίαν και φίλοι της ειρήνης, αδερφικών ηγαπήθησαν ως έτι και νυν αγαπώνται υπό των Παρίων. Μη ουν ανεχόμενοι οι Πάριοι τους ολίγους τούτους ετεροθαλείς αυτών αδελφούς να βλέπωσιν εστερημένους ιδίας εκκλησίας παρεχώρησαν εις αυτούς από τον ιδ περίπου αιώνα την ανατολικών του αριστερού χόρου κειμένην γωνίαν ενθα θυσιαστήριον κατά τους τύπους της Δυτικής Εκκλησίας ποιήσαντες την θείαν αυτών λειτουργίαν, μετά το τέλος της ημετέρας ετέλουν.
Το τοιούτον διήρκεσε μέχρι σχεδόν των μέσων του ήδη λήγοντος αιώνος, ότε προς δυσμάς και ολίγον προς μεσημβίαν του ναού της Εκατονταπυλιανής, ηγείραν ιδίαν εκκλησίαν. Και μετά τούτο δε, το εντός του ναού θυσιαστήριον αυτών διετηρήθη χρόνους ικανούς αφηρέθη δε ότε εγίνοντο εν των ναώ σπουδαίαι επισκευαί δι εξόδων του αείμνηστου Φραγκίσκου Μαύρου, μεγαλεμπόρου εν Οδησσώ.


20ος-21ος αιώνας
Τον τελευταίο αιώνα ελάχιστες είναι οι ντόπιες ελληνικές καθολικές οικογένειες στο νησί. Την Καθολική κοινότητα την απαρτίζουν κυρίως άλλοι νησιώτες από κοντινά νησιά που μετοίκισαν αλλά και από πολλούς μικτούς γάμους ντόπιων με άλλων εθνοτήτων. Μετά την κατάρρευση του λεγόμενου ανατολικού μπλοκ (κυρίως Πολωνία) αλλά και το «άνοιγμα» των συνόρων από την Αλβανία, η Πάρος αρχίζει να δέχεται πολλούς μετανάστες. Αρκετοί από αυτούς είναι καθολικοί με αποτέλεσμα η δυναμική πλέων να είναι πολύ δυνατή και ενεργή.

«Καθολικές συνοικίες»
Δύο καθολικές συνοικίες είναι γνωστές ήδη από τον 17ο αιώνα. Το Καινούργιο Πηγάδι Παροικιάς, ή συνοικία Καθολικών τον 17ο αι. με Ενορία τον Άγιο Νικόλαο τον Αρρανό, και η δεύτερη συνοικία στο βενετσιάνικο λιμανάκι στη Νάουσα, περιοχή Μπαρμπακά (από το λατ. Barbacane =προμαχώνας) με ενοριακό ναό τον Άγιο Γεώργιο.


17ος αιώνας. Σημαντικά γεγονότα
–Σε αίτημα των παριανών στις 29 Μαΐου 1672 προς τον προϊστάμενο της γαλλικής επαρχίας Πατέρα της Καθολικής Εκκλησίας  Jacques Dinet για να ζητήσουν πατέρες της καθολικής εκκλησίας να έρθουν στην Πάρο. «Ταπεινοπρεπώς παρακαλούμεν την πανοσιώτη σας, ωσάν προηγούμενος οικουμενικός και πατριάρχης της αγίας και υπέρ ενδόξου συντροφιάς υου ιησού να συγκλύνη εις το να μας έλθουν ωδε εις τον τόπον μας πατέρες δια να κατοικήσουν εδώ έως εις τα άλλα νησιά δια να ημπορέσωμεν και ημείς να λάβωμεν εκείνη την βοήθειαν και ωφέλειαν της ψυχής μας μαζί κα την επιστήμην δια τους μεταγεναστέρους μας, επειδή ξεύρωμεν καλότατα ότι πως η πανοσιώτησας και η τρισκία της όλα ο σκοπός και ο πόθος άλλο δεν είναι εις όλα τα πάντα μόνον να γυρέψετε την μεγαλύτερην δόξα του Θεού και της σωτηρίας των ψυχών εις κάθε τόπον όπου ευρίσκονται…»
Πάρος: εν έτι σωτήριω 1672 εν μήνι μαίω (29) εις το παλαιόν: + Ταπεινός Μητροπολίτης Παροναξίας Μελέτιος.
Το πιο πάνω αίτημα υπογράφουν χριστιανοί, καθολικοί και ορθόδοξοι, μία από της καθολικές οικογένειες της Νάουσας που υπογράφουν είναι και η οικ. του Mario Dhiomatero, αργότερα Ντοματαίος, Τοματαίος, Τοματαίρος, ο Bartolo Rozza ο Ιωάννης Νταμουλής, ο παπά Μάρκος Νταμίας, ο Ιερεύς Ελευθέριος Λουρδάς (Λορεντάνο), Ιάκωβος Ρούσσος και ο Cortanti Davitdi.
–1674. To 1674 ο Κονδύλης δωρίζει στους Καθολικούς Πατέρες τον Ναό του Άγιου Νικολάου στην Παροικιά και οικόπεδο πλησίον Γιαννούλη Δαργέντα για την ανοικοδόμηση Καθολικής Μονής, κάτι που έγινε το ίδιο έτος. 
–Στις 15 Μαΐου 1675 νέα επιστολή Ναουσαίων προς τον πρεσβευτή των Γάλλων, αιτώντας Καπουκίνους πατέρες  υπογράφει ο Francesco Grespo (Φραγκίσκος Κρίσπης) και ο Niceforo de Gerardi (Νικηφόρος Γεράρδης), ο Μάρκος Φώσκολος, ο Gabriel Calergi Affermo (Γαβριήλ Καλλέργης), Αντώνης Γριπάρης, Δεμήτριο Ρενιέρη και ο Ανεγνώστης  Βενιέρης.
Το 1674 ο Δαρζέντας κάνει δωρεά χωράφι στην Παροικιά

«Καθολικές Εκκλησίες στην Πάρο»
Θεοσκέπαστη στα Πρωτόρια

Η Θεοσκέπαστη
13ος αιώνας. Σύμφωνα με αρχαιολόγους αλλά και με τα ευρήματα, ο ναός αυτός ανήκει στο δυτικό (καθολικό) δόγμα. Αυτό μαρτυρείται τόσο από τα εκκλησιαστικά ειδώλια –πολλά από τα οποία βρίσκονται σήμερα στο Βυζαντινό Μουσείο Νάουσας– όσο και από τις τοιχογραφίες.
Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε αν ο ναός αυτής ήταν από την αρχή αφιερωμένος στο Γενέθλιο της Θεοτόκου.
Είναι μονόκλιτο, μικρό, παλαιό ξωκλήσια, αφιερωμένο στο Γενέθλιο της Θεοτόκου. Βρίσκεται στην τοποθεσία Κραύγα, στην περιοχή Πραιτώρια ή Πρωτόρια, 4 χλμ. περίπου νότια της Νάουσας. Το απέριττο αυτό ξωκλήσι δεν έχει καμπαναριό. Ο κύριος χώρος του στεγάζεται με χαμηλό ψευδόθολο. Οι τοίχοι του συγκλίνουν, εσωτερική, τόσο πολύ, που το μικρό κενό που δημιουργείται μεταξύ τους έχει καλυφθεί με σχιστολιθικές πλάκες, οι οποίες σήμερα είναι σοβαντισμένες και ασπρισμένες. Το Ιερό Βήμα στεγάζεται με εγκάρσια καμάρα. Η κόγχη του εξέχει ημικυκλικά, από τον ανατολικό τοίχο του ξωκλησιού. Πρόσφατα πραγματοποιήθηκε ανακαίνιση στο ξωκλήσι, γι' αυτό και δεν διατηρεί πολλά παλαιά αρχιτεκτονικά στοιχεία. Δεν φαίνεται πλέων υπέρθυρο, ούτε κτητορική επιγραφή. Σήμερα ανήκει στον Μιχάλη Χανιώτη. Έχει κηρυχθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο.

Άγιος Γεώργιος «των Καθολικών» στη Νάουσα
Το 1490 ο Αββας Δον Αντώνιο Βιτζαρά θεμελιώνει την προσωπική του Καπέλλα στο Καστέλλι της Νάουσας στο όνομα του Μάρτυρα Αγ. Γεωργίου με δικά του έξοδα και για ιδία χρήση. Μαρμάρινη Σταυρική επιγραφή αναφέρει το έτος εγκαινίων 20-8-1500. (Αυτή έχει βρεθεί στα χαλάσματα του Ναού) και σήμερα είναι εντοιχισμένη στο γεφυράκι της Νάουσας.
Υπάρχει αναφορά ότι το 1563 ανασκευάζεται ο ναός και προστίθεται δύο βωμοί προς τιμή του Αγ. Ιερώνυμου και του Αγ. Αντωνίου της Πάντοβας και ένα ξεχωριστό καμπαναριό. Υπάρχει μία αναφορά του Αποστολικού επισκέπτη Φραγκίσκου Καστέλη. Περιγράφει το Ναό και αναφέρει ότι είδε 9 τάφους (όταν έγινε ο πρώτος καθαρισμός το 1965 βρέθηκαν μόνο 5 ενώ το 1996 στην ανακαίνιση του Ναού βρέθηκαν άλλοι τρεις). Αυτός επισκέφτηκε τη Νάουσα στις 22 Σεπτεμβρίου του 1700.
1600-1700. Αυτή την περίοδο υπάρχουν πολλές αναφορές για το ναό και για τους Καθολικούς της Νάουσας. Εφημέριος Φραγκίσκος Ρόζας Χιώτης αρχές του 1601-1605.
To 1662 Διορίζεται Καθολικός Βικάριος Αγίου Γεωργίου Νάουσας ο συριανός Λεωνάρδος Φρέρης σε ηλικία 33 ετών και παραμένει εφημέριος του Ναού έως τον θάνατό του το 1681. Ο τάφος του βρίσκεται μπροστά από το αλτάριο του Αγίου Γεωργίου. Με την επιγραφή
QUESTO SACERDOTE ET LEVITA ORATE 1681 LEONARDO FERERI SIRENSIS VICARIO
(μετάφραση)
ΑΥΤΟΣ ΙΕΡΕΑΣ ΚΑΙ ΛΕΥΙΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣΤΕ 1681 ΛΕΟΝΑΡΔΟΣ ΦΡΕΡΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΡΟ ΒΙΚΑΡΙΟΣ
Το 1676 στις 16 Απριλίου αναφέρεται στο σχετικό σημείωμα την Καπουτσίνων (σελ. 136)- απήντησαν, ο δε αρχιεπίσκοπος έστειλε παπικόν αφορισμόν κατά του Δανιήλ (πειρατής γνωστός στην Παροναξία), ινά αναγνωσθή εις Πάρον και αναρτησωσιν εις τον ναόν της Παναγίας της Κατοπολιανής και εις τον του Αγίου Γεωργίου εν Αγούση, ο αναγγελθέν τω Δανιήλ, ευρισκομένω επί του πλοίου του Κρεβελιέρου (Ουγκό), απάντησε ότι προετίμα ν’ αποθάνη εις το στόμιον πυροβόλου ή να προσβληθή ούτω, και ότι προετίμα να αποδώση ην ζημίαν. Τελικά συμβιβάστηκαν με την υπόσχεση ότι αυτοί αναστέλλουν τον αφορισμό και μάλιστα μέσα στην Καταπολιανή, ίσως να οφειλόταν ακόμα στο γεγονός ότι, όπως είδαμε, ο θείος του Δανιήλ, στην Καταπολιανή είχε τάξει και σώθηκε από την τρικυμία και στο ναό της, που τόσο ευλαβείτο, είχε αφιερώσει τόσα πολύτιμα τάματα.

Το 1679 πεθαίνει στη Νάουσα μέσα στο πειρατικό πλοίο ο γιός του μεγάλου Γάλλου αρχιπειρατή Ουγκό Κρεβελιέρ Αυγουστίνος 19 χρονών παλικάρι. Σύσσωμος ο λαός, καθολικοί και ορθόδοξοι μαζί με τους μητροπολίτες και τους αρχιερείς τον συνόδεψαν στην εξόδιο ακολουθία και θάφτηκε στο Ναό του Αγ. Γεωργίου. Το περιστατικό αναφέρει ο μοναχός Καπουτσίνος από τη Ρεμς της Γαλλίας ο επιλεγόμενος Πλακίδας (έχουν σωθεί 3 επιστολές σταλμένες από τη Νάουσα σε φίλο του στην Γαλλία).
Ο πατέρας Δομένικος Κρίσπος που έγινε ιερέας μετά το χαμό της Ναουσαίας συζύγου του, το γένος Μοσχονά που είχε φιλοξενήσει στην οικία της τους Καπουτσίνους πατέρες. Άξιο αναφοράς είναι ότι την περίοδο 1673-1699 η εκκλησία κρατούσε βιβλία γεννήσεων και θανάτων.
Στις 22 Σεπτεμβρίου1710 επισκέφτηκαν τον παναγιότατο Καστέλη στη Νάξο Ναουσαίοι. Ο Δον Γιραλδη, ο Εφημέριος Γρηγόρης Καστέλης, ο Βατίστας Τρικολόρι, ο Σάντι Τζουλιάνι και εν ονόματι όλων των κατοίκων της Νάουσας ζήτησαν προστασία από τους πειρατές που λυμαίνονταν την περιοχή και ενοχλούσαν τους κατοίκους, για να μεσολαβήσει στην Αγία Έδρα.
Το 1770; 1774; καθολικό Βικάριο της Νάουσας ήταν ο Ιάκωβο Βαρότσι. Αργότερα τον Ιάκωβο Βαρότσι αντικατέστησε ο Φραγκίσκος Κρίσπης στον οποίο ανατέθηκε η ανακατασκευή του Ναού 1775-1778. 3 χρόνια κράτησε η ανακαίνιση και στοίχησε 311,45 γρόσια. Βοήθησαν και δύο παριανοί, ο Ναουσαίος Ιωάννης Καλλέργης με 20 γρόσια και με 30 γρόσια ο Λεονάρδος Κονδύλης (Κόνσουλος των Γάλλων στην Παροικιά).
Γύρο στα 1800-1802 ο ανιψιός του Βικάριου Ιάκωβου Μπαρότσι που ήταν στην Βενετία ήρθε στη Νάουσα και έχτισε τα καμπαναριά του Αγ. Γεωργίου. Λέγεται ότι ο τελευταίος καθολικός ιερέας ήταν ο Ναουσαίος Ιερέας Μαρίνος Βιτσαράς. Λίγο πριν την επανάσταση στον 19ο και 20ο αιώνα δεν γίνεται λόγος πια για καθολικούς στη Νάουσα. Ο Ναός υπήρχε για τις ανάγκες των ξένων ναυτικών που ελλιμενίζονταν στη Νάουσα. Κάποιος ιερέας από τη Νάξο θα ερχόταν (όπως και τώρα). Η σκεπή του Ναού έπεσε στους σεισμούς του 1956 (Πριν ήταν ακέραιος). Μετά την αναστήλωση του Ναού που έγινε στην 10ετία του 1980, την όλη μέριμνα είχε ο πατέρας Εμμανουήλ Ρεμούνδος που μας παρέδωσε έναν Ναό αναστηλωμένο μετά από 150 χρόνια. Του οφείλουμε πολλά καθώς και στον τότε Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη Περρή που με ζεστή αγάπη έφερε σε πέρας αυτό το έργο. Πολλές χάριτες οφείλουμε στους Ναουσαίους. Όθωνα Κάπαρη, στην Οικογένεια Θεόδωρου Μωραΐτη, Τάκη Μανθιόπουλου, οικογένεια παπά Κ. Αλιφιέρη, στον Δικηγόρο Αλέξανδρο Κωνστάντε, στον Κώστας Αλιπράντης, Οικ. Μάρκου Πολυκανδριώτη, Ιωάννη Βασιλειόπουλο και άλλοι παριανοί από τις Η.Π.Α. Όλοι αυτοί με τον δικό τους τρόπο βοήθησαν στην αναστήλωση του Ναού.

«Οι τάφοι της Καθολικής εκκλησίας του Αγίου Μεγαλομάρτυρες Γεωργίου.»
Υπάρχει μια αναφορά του αποστολικού επισκέπτη Francis Castelo ο οποίος επισκέφθηκε τη Νάουσα στις 22-9-1700. Ο ίδιος περιγράφει το ναό και αναφέρει ότι είδε 9 τάφους. Κατά τη διάρκεια της πρώτης αποκατάστασης το 1965 βρέθηκαν μόνο οι πέντε όμως στην αναστήλωση του Ναού το 1980 βρέθηκαν άλλοι τρεις.

1535 Ο τάφος που βρίσκεται στον διάδρομο του ναού, πιθανότατα ανήκει σε μέλος της οικογένειας του βαρόνου Βερνάρδου Σαγρέντο.


16η -17ου αιώνα. Οι άλλοι τάφοι πιθανότατα ανήκουν στον ιδρυτή του Ναού Ντον Αντώνιο Βιτζαρα, αλλά και στα μέλη της οικογένειάς του.


1715 Πρέσβης της Γαλλίας στη Νάουσα Νικηφόρος Γεράρδης. Ο τάφος του είναι μέσα στο Ναό με τα οικόσημά του (βλέπε δεξιά).


Στις 19 Φεβρουαρίου 1679 πεθαίνει στη Νάουσα, μέσα στο πειρατικό πλοίο του, ο γιος του μεγάλου Γάλλου πειρατή του Ουγκώ Krevelier, Αυγουστίνος στην ηλικία των 19 ετών. Οι άνθρωποι της Νάουσας, τόσο Καθολικοί όσο και Ορθόδοξοι, μαζί με τους επισκόπους και τους ιερείς παρακολούθησαν τη νεκρώσιμη ακολουθία και ετάφη στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου με το οικόσημό του. Λεηλατήθηκε από κάποιους Γάλλους «ερευνητές» που πιστεύοντας πως θα έβρισκαν θησαυρό, σύλησαν τον τάφο του παίρνοντας ότι βρήκαν μέσα(!). Αυτοί κατέστρεψαν και τον τάφο από τότε δηλαδή 1835-40 περίπου αυτά αναφέρονται απο τον Γάλλο περιηγητή και ιστορικό Μπουσόν που ήρθε στην Σάντα Μαρία γύρο στα; 1842 και ερεύνησε την Νάουσα.

«Ιησουίτες μοναχοί στη Νάουσας»
Το 1641-48 εγκαθίστανται Ιησουίτες μοναχοί στη Νάουσα κατόπιν αιτήματος Καθολικών και Ορθοδόξων προς τον Αρχιηγούμενο του Τάγματος. Αρχηγός της αποστολής είναι ο γνωστός μας Ιάκωβος D’Ανζού (είχε γράψει για την εικόνα της Παντάνασσας) και ο πατέρας Rene D’ Σαιντ και ο Κοσμάς Κουατριέου.
–1637. Ιησουίτης μοναχός ο Ροβέρτος Sauger (1637-1709)
–1641. Ιησουίτης ιερομόναχος Νάουσας από την Γαλλία 1592-1648. Ο π. Ιάκωβος D' Anjou συνέδεσε το όνομά του με τους Ιησουίτες στην Πάρο, ο οποίος λειτούργησε από το 1641 έως και το 1648. Ο π. D' Anjou γεννήθηκε στην πόλη Gien του διαμερίσματος Loiret της Γαλλίας, το 1592. Ο ιερομόναχος πέθανε στην Σμύρνη στις 28-3-1649.
–1641. Ιησουίτης ιερομόναχος το 1641, στη Νάουσα π. Ρενέ de Saint-Cosme. Πέθανε στην Πάρο στις 12 Νοεμβρίου 1647.
–1647. Ιησουίτης ιερομόναχος στη Νάουσα το 1647 π. Ερρίκος Quoatrieux ο οποίος αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Γαλλία ένα χρόνο αργότερα για λόγους υγείας.
–1666 ο Νικόλαος Κονδύλης του Λεονάρδου αναφέρεται σε έγγραφο με ημερομηνία 19-10-1666 (Αρχείο Καθολικής Αρχιεπισκοπής Νάξου Α.Κ.Α.Ν.-Πράξεις νοταρίου Μάρκου Σομμαρίπα, αρ. κατ.68) περί ανοικοδομήσεως Μανοαστηρίου Ιησουιτών στη Νάουσα.
Μονή Αγίου Αθανασίου

Η μονή του Αγίου Αθανασίου
O ναός τού Αγ. Αθανασίου είναι το καθολικό παλαιάς μικρής μονής, στη δυτική είσοδο της Νάουσας. Με την πάροδο του χρόνου, τα λίγα κελιά και οι βοηθητικοί χώροι της μονής κατάρρευσαν. Σήμερα, υπάρχουν ὁ ναός της μονής, που διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση, ὁ μαντρότοιχος που περικλείει τη μονή, μια μικρή αίθουσα στην νοτιοανατολική γωνία του ναού, που χρησιμοποιείται ως γυναικωνίτης και τρία συνεχόμενα ισόγεια κελιά, τα οποία έχουν πρόσφατα ανακαινιστεί και στεγάζουν την Συλλογή Βυζαντινών Εικόνων και Κειμηλίων της Νάουσας. Ο αρχικός ναός ήταν μικρότερος από τον σημερινό (Τον αρχικό ναό του Αγ. Αθανασίου είχε κτίσει κάποια ορθόδοξη γυναίκα, της οποίας το όνομα δεν είναι γνωστό, στη μνήμη του συζύγου της που είχε χαθεί κατά τον λοιμό (πανούκλα), που είχε ενσκήψει στο νησί την εποχή εκείνη.  
Στις 27 Μαΐου του 1675 εγκαθίστανται οι πρώτοι Καπουτσίνοι. Τους φιλοξενεί ο Πράκτορας της Γαλλίας στη Νάουσα Νικηφόρος Γεράρδης (ο τάφος του είναι μέσα στο Ναό με τα οικόσημά του). Οι πρώτοι που ήρθαν ήταν ο Serafim De Rion και ο Illarion De Vitalle. Τον επόμενο μήνα έρχεται και ο Φραγκίσκος D’ Αρράς ο οποίος ήταν δάσκαλος και ομιλούσε άριστα ελληνικά. Αγόρασαν την Μονή του Αγ. Αθανασίου για 25 χρυσά σκούδα. Εκεί άνοιξε η πρώτη σχολή στη Νάουσα. Ο Φραγκίσκος από το Αρράς (D’Αρράς) καθιέρωσε κι έκαναν Πάσχα μαζί με τους Ορθόδοξους και εκφωνούσε και τους πανηγυρικούς. Ήταν δε ιδιαίτερα αγαπητός.
Ο Ζερλέντης, στηριζόμενος σε ειδήσεις του βιβλίου των καπουκίνων της Νάξου, λέγει ότι η «ενοικίασίς» των στην Νάουσα έγινε δυνατή χάρη στα χρήματα που πήραν από έναν Τούρκο σκλάβο (τους τον χάρισε ο πειρατής Auger), που τον πούλησαν στην Σμύρνη. Χαρακτηριστικό είναι ότι, όταν οι καπουκίνοι εγκαταστάθηκαν στην Πάρο, ο ηγούμενός τους Πολύκαρπος ο Σοσαναίος είπε, ανάμεσα σε άλλα, και τα εξής στους κατοίκους της Παροικίας: «σάς τάζουμε να εμποδίσωμεν να μην σάς πειράζει κανείς ωσάν εμπορέσωμεν και να σάς βοηθήσωμεν εις κάθε πράγμα».
Ο λόγος της εγκατάστασης των πατέρων ήταν οι επαναλαμβανόμενες επιστολές για μόνιμη εγκατάσταση μοναχών έφεραν αποτέλεσμα. Το 1672 στέλνουν 2η επιστολή για την επαναφορά των Ιησουιτών. Υπογράφουν πάνω από 50 κάτοικοι, Καθολικοί και Ορθόδοξοι. Το 1674 στέλνουν νέα επιστολή για εγκατάσταση των μοναχών Καπουτσίνων.
Στις 18 Ιουνίου 1675  οι καθολικοί μοναχοί αγόρασαν τη Μονή του Αγίου Αθανασίου στη Νάουσα αντί 25 σκούδων «προς τούτο εδώκαμεν τα 10 τσεκίνια δι’ ημάς ο ιερομόναχος (Αρσένιος) Πασαγενίτης, ινα δεομεθα υπέρ αυτού.», οι οποίοι τον κατεδάφισαν και τον επόμενο χρόνο θεμελίωσαν στη θέση του μικρή μονή με νέο ναό, λίγα κελιά και τούς απαραίτητους βοηθητικούς χώρους. Ένας από τους μοναχούς ήταν και ο Placide de Reims, γνωστός και ως Πλακίδας. Ο π. Πλακίδας (Placide) είχε πρωταγωνιστήσει στην ίδρυση της μονής Καπουκίνων, το σημερινό Φραγκομονάστηρο στην Παροικιά.
Η αιτία που οδήγησε την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στην απόφαση να ιδρύσει σχολείο στη Νάουσα, ήταν, η μεγάλη επιθυμία των κατοίκων της να αποκτήσουν σχολείο με Ιησουΐτες ἤ καπουτσίνους μοναχούς.
Στις 24 Ιουνίου 1675 σε έγγραφο των Καθολικών Μοναχών αναφέρει ότι: «τη πρωία ενεπήχθη ο σταυρός του μοναστηριού ημών (Αγίου Αθανασίου Νάουσας) παρά του πατρός Σεραφείμ του εκ Ριόν και Ιλαρίωνος του εκ Βιττέλης, εν τω μέσω του κήπου ον εδώρισεν ημίν ο Γιαννάκης Κουρτιάνος παρουσία του ιερέως Λεονάρδου Φρέρη τοποτηρητού εν Πάρω, του ιερέως Δομίνικου Κρίσπου ο Νικηφόρου Γιράρδη.

Στις 29 Ιουνίου 1676  ο πρώτος θεμέλιος λίθος ετέθη υπό του Γιαννάκη Γεράρδη υποπρόξενου των Γάλλων στην Πάρο παρουσία του εφημέριου Λεονάρδου Φρέρη και του ιερέως Δομίνικου Κρίσπη, πλείστων ελλήνων παπάδων, των δοκίμων της πόλεως και των πλείστων κατοίκων, ο ηγούμενος Ιωάννης Φραγκίσκος από το Αρράς (DArras) εποίησε μικρό λογίδιον. Τα κελιά αυτά, οι ιησουίτες πατέρες, που είχαν την κυριότητα της μονής, χρησιμοποιούσαν για την διαμονή τους και για το σχολείο που ίδρυσαν στο χωριό αυτό. Στο σχολείο αυτό φοίτησε και ὁ διδάσκαλος του Γένους Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, ο οποίος καταγόταν από το χωριό Κώστος της Πάρου. Ας σημειωθεί ότι, την εποχή εκείνη, το σχολείο των καπουτσίνων του Αγ. Αθανασίου της Νάουσας ήταν το μοναδικό σχολείο που λειτουργούσε σ' όλο το νησί. Η λειτουργία του σχολείου της μονής του Αγ. Αθανασίου, ἡ οποία συνέχισε την λειτουργία της ως αλληλοδιδακτικό σχολείο και μετά την αναχώρηση από την μονή των καθολικών μοναχών, μέχρι τις αρχές του 19ου αι. Με την αναχώρηση των ιησουϊτών μοναχών, ἡ μονή περιήλθε στους ορθοδόξους. Σε πλάκα που έχει ρομβοειδές σχήμα και βρίσκεται στο κέντρο του μαρμαροστρωμένου δαπέδου του ναού, έχουν χαραχθεί, ανάγλυφος ο δικέφαλος αετός και η παρακάτω επιγραφή: 1717. Διά κόπου και εξόδου, ὑπό Ἀμφιλοχίου ἱερομονάχου, πρότου ἀδελφοῦ. Το ἔτος 1739, με σιγίλιο τοῦ Πατριάρχη Ἱερεμίου τοῦ Γʹ, ἡ μονή του Αγ. Αθανασίου ανακηρύχθηκε σταυροπηγιακή (5). Ο ναός του Αγ. Αθανασίου είναι τρουλλαίος, τύπος ελεύθερου σταυρού, με οκτάπλευρο τρούλο. Στον τοίχο της προσόψεως που έχει βαθμιδωτή διάταξη, υψώνεται δίτοξο κτιστό καμπαναριό και δεξιά του ένα δεύτερο, μικρό, μονότοξο, πολύ χαμηλότερο από το πρώτο.

Μέγας Ταξιάρχης ή Ταξιαρχάκι
Η μοναχή Καλλιστράτη είχε αφήσει «δια την ψυχήν της στα μοναστήρια του Αγίου Όρους ήγουν στην Λάβραν [Μεγίστη Λαύρα] και στην Ασημόπετραν [Σίμωνος Πέτρα] δυο σπίτια κατώγια με το εκκλησιδάκι τον Μέγα Ταξιάρχην και με τα δικαιώματά των απόξω από τον υγιαλόν [της Νάουσας]… (έγγραφο Νάουσας, 11 Ιουλίου 1663, των Archivum Historicum Societatis Jesu Μάρκος Ρούσσος – Μηλιδώνης, «Παριανά» ΙΗ 64, Ιανουάριος-Μάρτιος 1997, σελ. 35). Επειδή όμως για 25 χρόνια και πλέον, δηλαδή από το 1636-1638 όταν τότε θα είχε πεθάνει η Καλλιστράτη, οι μονές του Αγίου Όρους δεν είχαν δώσει απάντηση στην αφιέρωση της μοναχής, οι πρόκριτοι και άλλοι κάτοικοι της Νάουσας δώρισαν το κληροδότημα στους Ιησουίτες (Μάρκος Ρούσσος-Μηλιδώνης, ο.π., σελ 35) [Αλιπράντης, Πανόραμα, σς. 123-124, 144].
Το 1665 οι Ιησουίτες μοναχοί χρησιμοποιούν και τον Ναό, το λεγόμενο «το Ταξιαρχάκι». –Το 1675 ο ιησουίτης κουρευς και χειρουργός Φραγκίσκος Ώσης, ως διαταγάς των ιησουιτών παρέλαβε τον μικρό Ναό των Ταξιαρχών εν Αγούση (Νάουσα).

Φραγκομονάστηρο»
Το «Φραγκομονάστηρο» αφιερωμένο στον Αρχάγγελο Μιχαήλ
–1674. To 1674 ο Κονδύλης δωρίζει στους Καθολικούς Πατέρες τον Ναό του Άγιου Νικολάου στην Παροικιά και οικόπεδο πλησίον Γιαννούλη Δαργέντα για την ανοικοδόμηση Καθολικής Μονής, κάτι που έγινε το ίδιο έτος. 
–1674. Φραντζέσκος Μιχαλέτος (Δελα)γραμμάτικας. Σε έγγραφο του 1674 για την ίδρυση της καθολικής Μονής στην Παροικιά.
–Σε έγγραφο για την ανέγερση της Καθολικής Μονής στην Παροικιά του 1674 αναγράφεται ο Ιωάννης Δαργέντας ο οποίος δωρίζει το κτήμα που μετέπειτα κτίζεται το Μοναστήρη των Καπουκίνων μοναχών. «Εδωρήθη εις τους καθολικούς πατέρες μικρόν οικόπεδον υπό του Γιαννουλάκη Δαργέντα, όπερ ενώσαντες οι Πατέρες μεθ' ετέρου οικοπέδου αγορασθέντος υπό αυτών ήρχισαν αμέσως τας προκαταρκτικάς εργασίας προς ανέγερσης Μονής.» Το κτήμα αυτό άνηκε στον άρχοντα και Δήμαρχο Πάρου Λεονάρδο Κονδύλη το οποίο έδωσε ως προίκα στον γάμο της κόρης του με τον Ιωάννη Δαργέντα. Ο άρχοντα Λεονάρδος Κονδύλης ήταν από τους «φανατικότερους» καθολικούς του νησιού. Πολλές ήταν οι ανδραγαθίες τους τόσο προς την τοπική εκκλησία όσο και στους ομόθρησκους του. 
–1674. Σε έγγραφο για την ανέγερση της Καθολικής Μονής στην Παροικιά του 1674 αναγράφεται ο Τζουάνες Γιράρδης, ο Giacomo Zellini. 
–Placide de Reims: Καπουκίνος μοναχός. Γνωστός και ως Πλακίδας. Ο π. Πλακίδας είχε πρωταγωνιστήσει στην ίδρυση της μονής Καπουκίνων, το σημερινό Φραγκομονάστηρο στην Παροικιά. Στη Νάουσα το 1675.
Οι δυο μοναχοί του στα 1700 αποζούσαν από τις ελεημοσύνες και δίδασκαν ελληνικά και Ιταλικά.
–1730? Λεονάρδος Κονδύλης. Γιός του Μιχαήλ. Νυμφεύθηκε (1727) την Φοινικιά Τζουάνε Βατιμπέλα. Ίσως διετέλεσε, όπως και ο πατέρας του, πρόξενος της Γαλλίας και είναι αυτός, που επανοικοδόμησε το Φραγκομονάστηρο (Μονή των Καπουκίνων) στην Παροικιά μετά την καταστροφή του στην διάρκεια της Ρωσικής παρουσίας στην Πάρο, στα Ορλωφικά.

Άγιος Νικόλαος ο Αρρανός
Ο Άγιος Νικόλαος ο Αρρανός στην συνοικία των Καθολικών στην Παροικιά
Ο Άγιος Νικόλαος ο Αρρανός (1) είναι μια μονόκλιτη βασιλική, στο Καινούργιο Πηγάδι, συνοικία των Καθολικών της Παροικιάς, του 1667. Το έτος 1682, το παρεκκλήσιο αυτό περιήλθε στην ιδιοκτησία του εφημέριου του καθολικού αλταρίου της Εκατονταπυλιανής Φραντζέσκου Κρίσπου (2). Αργότερα επιστράφηκε στους ορθοδόξους. Ο κύριος ναός στεγάζεται με ελαφρά οξυκόρυφη καμάρα, ενώ ο νάρθηκας είναι επιπεδόστεγος. Έχει εισόδους στη δυτική και την βόρεια όψη. Στο μαρμάρινο υπέρθυρο (1,20Χ0,23) της δυτικής εισόδου, του νάρθηκα, είναι χαραγμένη αχρονολόγητη επιγραφή. Πάνω από την είσοδο αυτή υψώνεται το απλό, μονότοξο, πέτρινο καμπαναριό. Στη βάση του υπάρχει μικρή μαρμάρινη πλάκα, στην οποία είναι χαραγμένα, ο Σταυρός, δυο συμπλέγματα με δυσδιάκριτα γράμματα, η χρονολογία 1611 και οικόσημο που εικονίζει ένα όρθιο ξίφος μέσα σε διακοσμητικό κύκλο. Το παρεκκλήσιο αυτό έχει ανακηρυχθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο (4). (ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ) 1. Η προσωνύμια Αρρανός δεν υπάρχει σε άλλη πηγή, εκτός αυτήν που αναφέρεται στην παρακάτω υπ' αριθ. 3 υποσημείωση, ίσως ο κτήτορας να ήταν από το Αρράς της Γαλλίας. 2. Με έγγραφο που συντάθηκε στις 30 Μαρτίου 1682, από τον νοτάριο Παροικίας ιερέα Πέτρο Βουτζαρά και επικυρώθηκε από τον Πρόξενο της Βενετίας στην Πάρο, «...ἡ κυρ Ἀντριάνα θυγάτηρ τοῦ ποτέ κυρ Ἰωάννη Καλαβρέ... ὁμάδι με τήν ἀδελφή της τήν κερά Μαρία... οἱ ὁποῖες λέγουσι πώς τούς εὑρίσκεται κληρονομική μία ἐκκλησία καλουμένη Ἅγιος Νικόλαος ὁ Ἀρρανός, ἐν τῇ τοποθεσίᾳ Καινούργιο Πηγάδι... γνωρίζοντας το συμφέρον της ψυχῆς της και διά καλόν ἐπιτηρητήν τόν εὐλαβέστατον ἐν ἱερεῦσι πρέ Φραντζεσκο Κρίσπο, καπελάνο τοῦ ἀλταρίου τοῦ λατίνου εἰς τήν κερία τήν Καταπολιανή... προσηλώνουν, δόνουν, χαρίζουν και ἀπαρατοῦν ἀπό τήν σήμερον τόν αὐτόν ναόν... ὡς πρᾶ(γμα) ἰδικόν του...» (Νικ. Χ. Αλιπράντη - Σίμου Συμεωνίδη, Το Καινούργιο Πηγάδι Παροικίας, συνοικία Καθολικών τον 17ο αι., Παριανά Δʹ, τ. 13, 1983, σελ. 126 - 132). 4. ΦΕΚ 209/Β/17-3-1989 και 426/Β/3-7-1992

Άγιος Γεώργιος (Καπέλλα) «Η Καπέλλα των Κονδύλη (16ος αι. ?)
Ο Άγιος Γεώργιος, γνωστός και ως Καπέλλα των Κονδύλη βρισκόταν στην αυλή (σήμερα εστ. Ταμαρίσκο) πίσω από το αρχοντικό των Κονδύληδων στην παλιά αγορά της Παροικάς  (Β’ βρύση Νικ. Μαυρογένη).
Ήταν μία από τις παλιότερες Καθολικές εκκλησίες της Παροικιάς όπου εκεί εκκλησιαζόταν το αρχοντολόι της Πάρου που είχε Καθολικό δόγμα (βλέπε Βιτσαρά, Κρίσπη, Βατιμπέλα, Κονδύλη, Δελλαγραμμάτη κ.α.) Εικάζεται ότι είχε μέχρι και «ιδιωτικό» ιερέα. 
Το αρχοντικό με την Καπέλλα ανήκε στον βοεβόδα Κωνσταντάκη Λεον. Κοντίλη, στο οποίο είχε τοποθετήσει το κτητορικό υπέρθυρο με το οικόσημο ΚΟΝΔΥΛΗ και την ημερομηνία 17 Μαΐου 1704, το οποίο θα περιερχόταν στην κατοχή του Γεωργίου Κ. Κονδίλλη μετά τον θάνατο της γιαγιάς του, Ανέζας χήρα του ντοτόρε Κοντίλλη! Το αρχοντικό αυτό βρισκόταν δίπλα στον Καθολικό Ναό του Αγίου Γεωργίου (την «Καπέλλα», βλ. Αντ. Κατσουρού, «Στατιστικά Πάρου», Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, Α, 1961), από τους παλαιότερους ναούς των Καθολικών στην Παροικιά και αυτό είχε περιέλθει, τον 19ο αιώνα στην Απολλωνία Κων. Κονδύλη, εγγονή του καβαλιέρου Νικόλαου Κων. Κονδίλλη, η οποία παντρεύτηκε (1849) τον εκ Νάξου συγγενή της, Νικόλαο Ιακ. Μπαρότση (πρέπει να ήταν εγγονός της Άννας-Μαρίας Κωνσταντίνου Κονδίλλη, σύζυγος Ιερωνύμου Ιακ. Μπαρότση). Από τους Μπαρότση αγόρασε το αρχοντικό αυτό, περί το 1900, ο βιομήχανος και σπουδαίος οικονομικός παράγων της Πάρου στην εποχή του, Κωνσταντίνος Μιχ. Αιγινήτης, ο οποίος το μεταβίβασε στον γιό του, Νίκο Κ. Αιγινήτη. Το αρχοντικό αυτό κατεδαφίστηκε στο μεγαλύτερο μέρος του, στη δεκαετία του 1900 και ο χώρος του ανήκει σήμερα στην κα Κατερίνα Γεωρ. Πατέλη, εγγονή του Νίκου Κ. Αιγινήτη.


«Αρχιεπίσκοποι»
1504, Ροβέρτος De Noja, καθολικός αρχιεπίσκοπος Νάξου και Πάρου από τις 15 Αυγούστου 1504. Της 31 Οκτωβρίου 1504 ονομάστηκε αρχιεπίσκοπος Πάρου, μόνο. Άνηκε στο τάγμα των Δομινικανών και ήταν πρώην αρχιεπίσκοπος της Acerra, της νότιας Ιταλίας. Πέθανε το 1515.
1626-1657. Ο Ραφαήλ Schiattini από τη Χίο υπήρξε αρχιεπίσκοπος Νάξου και Πάρου και μητροπολίτης παντός Αιγαίου.
1659. Το 1659 αναδείχθηκε αρχιεπίσκοπος ο μέχρι τότε βικάριος Σίφνου Βαρθολομαίος Πόλλας. Την 1η Μαΐου 1671 ιερείς υπογράφουν στην Παροικιά: αναφορά ορθοδόξων ιερέων και προεστών της Πάρου προς την Propaganda Fide (Ρώμη), σχετικά με τον καθολικό αρχιεπίσκοπο Παροναξίας Βαρθολομαίο Πόλλα.
1701-1730. Αρχιεπίσκοπος Νάξου και Πάρου ο Αντώνιος Ιουστινιάνης γεννημένος στη Νάξο, καταγόταν πιθανόν από την ομώνυμη γενουατική οικογένεια της Χίου.
1733-1748. Αρχιεπίσκοπος Νάξου και Πάρου ο Antonio Matturi καταγόμενος από την περιοχή του Trento της Ιταλίας και άνηκε στο τάγμα των Φραγκισκανών.
1773-1796. Ιωάννης Crispo καταγόμενος από τη Νάξο.
1895-1900. Ο Ιταλός φιλέλληνας Αρχιεπίσκοπος Gaetano Maria de Angeli ή de Agelis.

«Επίσκοποι»
1619-1624, Καθολικός επίσκοπος Σύρου ο Ναουσαίος Ιωάννης Γεράρδης.


«Καπουκίνοι μοναχοί»
1674. Τη 31 Μαΐου 1674, «αφίκοντο εις Νάξο οι πατέρες Καπουτσίνοι της Σύρου, ήτοι ο π. J. Marie, ηγούμενος, ο π. Ευγένιος De Paris και ο αδερφό Φήλιξ De Boulogne μεθ’ όλων των κυριοτέρων πραγμάτων της μονής. Εν η ο π. Κάρολος DHornou έμεινε μόνος προς διαφύλαξη αυτής, δια τον φόβο του Σαρδάρ Πασά περί του οποίου ελέχθη ότι ήρχετο προσεχώς δια να καταστρέψει την Σύρο, Μύκονο, Πάρο και τινας άλλας νήσους εν αις οικούσιν οι πειραταί.
Οι ειρημένοι πατέρες έμεινον εν Νάξω μέχρι τέλους του μηνός Σπτεμβρίου, ότε επέστρεψαν εις Σύρον. Ο ρηθείς Σαρδάρ αφίκετο εις Σάντα Μαρία, λιμένα της Πάρου, εκείθεν δε απέστειλεν ένα των αξιωματικών του εις Νάξον. Είχε 7 γαλέρες. Μετέβη επίσης, κατά μήνα Σεπτέμβριον, εις Σύρον, ης πάντες οι κάτοικοι κατέφυγον εις τα όρη. Ο π. Κάρολος DHornou μετέβη εις τας γαλέρας και ιδών αυτόν ο Σαρδάρ, τον προσεκάλεσε και τω εζήτησε χρήματα μη έχων να τω δώση τον εκακοποίησε και διέταξε να τον θέσωσιν εις το κάτεργον, κατόπιν τον απελευθέρωσεν.
1675. –Placide de Reims: Καπουκίνος μοναχός. Γνωστός και ως Πλακίδας. Ο π. Πλακίδας είχε πρωταγωνιστήσει στην ίδρυση της μονής Καπουκίνων, το σημερινό Φραγκομονάστηρο στην Παροικιά. Στη Νάουσα το 1675.
1675. – Στις 11 Απριλίου 1675 μνημονεύεται σε έγγραφο ο Καπουκίνος μοναχός που διαμένει στη Νάουσα, Φουρσής.
1677. Ο αρχηγός της ιεραποστολής των Καπουτσίνων στη Νάουσα Σεραφείμ De Riom έστειλε έκθεση με τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στη Νάουσα στις 20 Ιουλίου 1677 στον ηγούμενο της μονής Καπουτσίνων στη Νάξο «Εν ονόματι του Κυρίου ημών ποιούμαι έναρξιν πιστής εκθέσεως των κατά την εν Ναούση άφιξιν του πασά Σαρδάρ συμβάντων. Εμάθατε βεβαίως, αιδεσιμότατε μοι πάτερ, ότι ο Σαρδάρ κατέπλευσεν εις Νάουσαν τη 20 Ιουλίου συνοδευόμενος υπό 25 γαλέρων. Μαθών ούτος ότι επι της νήσου ταύτης ευρίσκοντο εκατόν περίπου λεβέντες εκ Δύσεως, διαμοίρασε το στράτευμα του, αφήκε δύο γαλέρας εδώ εις Νάουσαν, απέστειλεν ετέρας δύο εις το στενόν της Αντιπάρου, τρείς εις Κέφαλον και το επίλοιπον του στόλου του εις Παροικία, προς τον σκοπόν να παρακωλύση την γαλιόταν και τους λεβέντες του καπιτάν Αντώνη από του να διαφύγωσιν. Την γαλιόταν ταύτην εύρον πλησίον της Παροικιάς έν τινι κολπίσκω εφωδιασμένην δια παντός είδους πολεμοφοδίων και ζωοστροφών, καθόσον οι λεβέντες ατής δεν έσχον το θάρρος ούτε τα όπλα των να παραλάβωσι μεθ’ εαυτών εις τα όρη όπου επί ματαίω προσεπάθουν να κρύπτωνται εν τοις σπηλαίοις και τοις βαράθροις. Ο Σαρδάρ, θέλων επιμόνως να συλλάβη αυτούς, ηνάγκασε τους χωριανούς της νήσου ταύτης, δια ραβδισμών πιπτόντων επί των ράχεων αυτών ως χάλαζα, να εξέλθωσι και, δια δέκα κυνών, ερευνήσωσι και εκβάλωσι ους λεβέντας από τα κρυσφύγετα αυτών και τους φέρωσιν ενώπιόν του εν τη γαλέρα. Εν τούτου δεν κατώρθωσαν να εύρωσι τον αρχηγόν των πειρατών, ον ο Σαρδάρ επιμόνως ήθελε ζώντα ή νεκρόν. Ούτος εφρόντισε να κρυβή τόσον ασφαλώς ώστε ν’ αποφύγη την ορμήν των Ναουσαίων, οίτινες πολλούς κόπους κατέβαλον προς ανεύρεσιν και σύλληψιν αυτού.
Η ορμή του λαού τούτου, συνοδευομένου μακρόθεν εις τα όρη υπό τινών γενιτσάρων, έφθασε και περειτέρω. Ηθέλησε να ερευνήση εν απάσαις ταις οικίας της Ναούσης άνευ εξαιρέσεως, ηνέωξε και αυτούς τάφους προς έρευναν. Εννοείται ότι και ο ημέτερος οίκος δεν εξηρέθη, αλλ’ εξηρευνήθη υπό δέκα Τούρκων και των κατοίκων της Κωμοπόλεως. Κατά πρώτον ήλθον μόνοι πέντε Τούρκοι αίτινες παρεβίασαν την θύραν μας. Εις εξ αυτών, ον εξελαβον ως ερχόμενον να με χαιρετίση, μοι κατέφερεν ισχυρότατον γρονθοκόπημα κατά πρόσωπον, ώστε με απώθησεν εις απόστασιν δύο βημάτων. Οι λοιποί τέσσερες παρετήρουν εν τω οίκω μήπως ευρίσκετό τις εν αυτώ κεκρυμμένος προσεπάθησαν δε ν’ ανοίξωσι δι αντίκλειδος τα κιβώτια, εν οις είχομεν προπεφυλαγμένα διάφορα ημών εφόδια αλλά μη δυνηθέντες και μη έχοντες διαταγήν να καταστρέψωσι τι, αφήκαν αυτά ανέπαφα. Δέσαντές με, τότε, με έφερον ενώπιον του Αγά του Σαρδάρ διαμένοντος εν τη οικία του Μιχελέτου, γαμβρού του κ. Νικηφόρου (Γεράρδη), όστις ανηλεώς και με τρόπον φρικώδη έδερε κατ’ εκείνην την ώραν άνδρας τε και γυναίκας δια ροπάλου.
Ο ρηθείς Αγάς, επί παρουσία ενός άλλου, ου τον βαθμόν αγνοώ, με ρώτησε ποιος είμαι. Κατόπιν με ηρώτησε αν είμαι Γάλλος και τω απήντησα καταφατικώς. Συνεπεία δε της απαντήσεως μου ταύτης, με απέλυσε παρευθύς, και επανήλθον εις τον ημέτερον οίκον, τον οποίον εύρον εν ακαταστασία μεγίστη, άνευ όμως μεγάλων ζημιών.
Αλλ’ εν τη απερισκεψία μου και τω συνεχόντι με φόβω, είχον προηγουμένως μεταφέρει εις γειτονικήν τινα οικίαν διάφορα εκκλησιαστικά πράγματα προς διαφύλαξιν ήσαν δε ταύτα παραπετάσματα των ιερών βημάτων και διάφορα άλλα μικρά τεμάχια, ων πάντων η αξία δεν υπερέβαινε τα 6 γρόσια. Οι Τούρκοι, ανακαλύψαντες την κρύπτην, παρέλαβον πάντα ταύτα και απήλθον.
Η τραγωδία αυτή δεν έληξεν εν μια ημέρα. Ο Σαρδάρ βλέπων συντελεσθείσαν την σύλληψιν πάντων των λεβεντών της γαλιότας πλην του αρχηγού αυτών, ωρκίσθη, καθ’ α ελέχθη, ότι εάν δεν τω φέρωσι τον αρχηγόν, θα αιχμαλωτίση πάντας τους άνδρας και θα κατασφάξη τας γυναίκας και τα τέκνα των. Ταύτα ακούσαντες οι ατυχείς κάτοικοι προέβησαν πάλιν, τρις ή τετράκις, εις την εν ταις οικίας έρευναν.
Ο ημέτερος οίκος δεν εξηρέθη της ερεύνης ταύτης. Ο γυναικάδερφος του κ. Γαβριήλ και εις άλλος χωρικός, ενέπνευσαν τι θάρρος εις δέκα Τούρκους να έλθωσι να ανασκαλεύσωσι πάλιν τον οίκον μας.
Οι Τούρκοι ούτοι, ρίψαντες το βλέμμα επί των αντικειμένων τα οποία είχομεν, μοι είπον «βρε παπά, δε μας λές, πώς γίνεται και λες πως είσαι φτωχός αφού έχεις τόσα ρούχας;»  Εις ταύτα απήντησα ότι τα κιβώτια ήσαν κενά. «Αχ μωρέ κιντή!...» μοι απήντησεν ο εις, δάκνων πεισματωδώς τον δάκτυλόν του. Τότε παρατηρήσαντες κάτοπτρον τι, ανήκον εις τον βοεβόδαν Παροικιάς Δημήτριον Μανιάτην, με ηρώτησεν εις εξ αυτών. «Τι πράγμα είν αυτό;» «Εικών», τω ειπον. Τότε βλέπων ότι δεν τω έλεγα την αλήθειαν, έσυρε κατά το ήμισυ το γιαταγάνι του, προσποιούμενος ότι δοκιμάζει αν είναι αρκετά κοπτερόν, αλλά περιωρίσθη έως εδώ διέταξε μόνον ένα εκ των συντρόφων του να καταβιβάση το κάτοπτρον και μεταφέρη αυτό εν τη γαλέρα. Υπέστην και τούτο μεθ’ υπομονής, αν και η αξία του κατόπτρου ήτο 15 έως 20 σκούδων.
Τέλος, ο Σαρδάρ, βαρυθυμών ένεκα της μακράς του διαμονής εν Ναούση διότι έμεινεν επί 8 ημέρας, έδωκε το σημείον της αναχωρήδεως. Μηξ δυνηθείς να συλλάβη τον αρχηγόν των πειρατών, παρέλαβε μεθ’ εαυτού 35 λεβέντες, μεταξύ των οποίων και τον ατυχή γυναικάδερφον του Δημητρίου Τζαν Λούκα, και ένα ιερέα. Οι Τούρκοι, ολίγον προ της αναχωρήσεως των, εισήλθον εν τη ημετέρα εκκλησία, κατέστρεψαν το άγιο βήμα, αφήρεσαν το κανδήλιο και το ωόν στρουθοκαμήλου, όπερ εκρέματο άνωθεν αυτού.
Εκ των κατοίκων της κωμοπόλεως ταύτης ολίγοι μεν εκακοποιήθησαν, αλλά και ολίγοι ήσαν οι μη υποστάντες ζημίας, διότι οι Τούρκοι μάλλον προς λαφυραγωγίαν εξήλθον ή σύλληψιν του πειρατού και των λεβεντών αυτού. Ο στόλος απέπλευσε την Παρασκευήν προς το εσπέρας, 27 Ιουλίου κατά το παλαιόν, και διηυθύνθη προς την Σίφνον. Εάν δεν επανέλθη, δυνάμεθα να είπωμεν ότι αι συμφοραί ημών έληξαν…
Της υμετέρας αιδεσιμότατος δούλος
Σεραφείμ
Νάουσα 5 Αυγούστου 1677.

«Ιησουίτες και Καπουκίνοι μοναχοί»
1641. Ιησουίτης ιερομόναχος το 1641, στη Νάουσα π. Ρενέ de Saint-Cosme. Πέθανε στην Πάρο στις 12 Νοεμβρίου 1647.
1641. Ιησουίτης ιερομόναχος Νάουσας από την Γαλλία 1592-1648. Ο π. Ιάκωβος D' Anjou συνέδεσε το όνομά του με τους Ιησουίτες στην Πάρο, ο οποίος λειτούργησε από το 1641 έως και το 1648. Ο π. D' Anjou γεννήθηκε στην πόλη Gien του διαμερίσματος Loiret της Γαλλίας, το 1592. Ο ιερομόναχος πέθανε στην Σμύρνη στις 28-3-1649.
1647. Ιησουίτης ιερομόναχος στη Νάουσα το 1647 π. Ερρίκος Quoatrieux ο οποίος αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Γαλλία ένα χρόνο αργότερα για λόγους υγείας.
1675. Σε έγγραφο στις 12 Απριλίου 1675 Αναφέρεται ο Ιησουίτης μοναχός και διδάσκαλος στη Νάουσα, Εμμανουήλ Γάσπαρις.
1675. Στις 15 Μαΐου 1675 σε επιστολή Ναουσαίων προς τον πρεσβευτή των Γάλλων, αιτώντας Καπουκίνους πατέρες  υπογράφει ο Gabriel Calergi Affermo.

Ηγούμενοι – Αββάς (αμπάντες)
–Σε έγγραφα το 1675 των καθολικών μοναχών αναφέρεται ο Καθολικός ηγούμενος Λεονάρδος Φρέρης.
–Το 1675 ο ιησουίτης κουρευς και χειρουργός Φραγκίσκος Ώσης, ως διαταγάς των ιησουιτών παρέλαβε τον μικρό Ναό των Ταξιαρχών εν Αγούση (Νάουσα).
Το 1675 αναφέρεται σε έγγραφα των καθολικών μοναχών αναφέρεται ο Καθολικός ηγούμενος Λεονάρδος Φρέρης.
Καθολικός ηγούμενου της Νάουσας τον 17ο αιώνα. Ιωάννη Φραγκίσκου DArras (Από το Αρράς της Γαλλίας). Στις 29 Ιουνίου 1676. Ο πρώτος θεμέλιος λίθος ετέθη υπό του Γιαννάκη Γεράρδη υποπρόξενου των Γάλλων στην Πάρο παρουσία του εφημέριου Λεονάρδου Φρέρη και του ιερέως Δομίνικου Κρίσπη, πλείστων ελλήνων παπάδων, των δοκίμων της πόλεως και των πλειστών κατοίκων, ο ηγούμενος Ιωάννης Φραγκίσκος από το Αρράς (DArras) εποίησε μικρό λογίδιον. (πρόκειται για την ανακατασκευή της Μονής του Αγίου Αθανασίου στη Νάουσα από τους καθολικούς Μοναχούς).
Αμπάτες Βιτζαράς, ο αμπάτες Βιτζαράς υπήρξε και Επίτροπος του Κοινού της Παροικιάς: Τον συναντάμε σε έγγραφα Παροικιά. Σε έγγραφο το 1710 αναφέρεται: «το περιβόλι του Μαυρομμάτη σύμπλιος οικονόμος Παροικιάς Νταμέτζος, σύμπλιος αμπάτες Βιτζαράς», στις  16 Οκτωβρίου 1738 στις  30 Οκτωβρίου 1741: «πετέντα … προς τον αφέντη αμπάτες Βιτζαρά … δια την βασιλεύουσα»., και στις 17 Μαΐου 1752 «αμπάτες Βιτζαράς πρωτονοτάριος αποστολικός βεβαιώνω το παρόν…».
–1726. Ειρήνη Κονδύλη. Κόρη του Μιχαήλ. Σύζυγος του Francesco de Franceschi. Ο γιός τους, Μαρκάκης Φρατζέσκης νυμφεύεται (1716) την Ζαμπιδάκη, θυγατέρα του γιατρού Πέτρου Βιτζαρά. Ο γιός του γιατρού Π. Βιτζαρά, Βαρθολομαίος Π. Βιτζαράς (γενάρχης των Βιτσερά της Νάξου) νυμφεύεται (1726) την Άννα Δημητράκη Καΐρη, αδερφή της Φλωρέντζας συζύγου Πέτρου Ιω. Μαυρογένη (μητέρας του ηγεμόνα Νικολάου Π. Μαυρογένη) και πρωτοξάδερφη του γιατρού Γεωρ. Κονδίλλη. Ο αδερφός των προηγουμένων, αμπάτες Αντώνιος Π. Βιτζαράς ήταν Καθολικός ιερέας (ενώ ο αδελφός του πατέρα του ήταν ο παπα-Γιαννάκης Βιτζαράς, Ορθόδοξος ιερέας) και διετέλεσε Βικάριος Πάρου. Στο Ιστορικό Αρχείο Νάξου σώζεται η σφραγίδα του αμπάτε με το οικόσημο Βιτσαρά και τα διακριτικά του εκκλησιαστικού του βαθμού.
Σεραφείμ. Καθολικός ιερέας. Προϊστάμενος (ηγούμενος) της μονής των Καπουκίνων (Φραγκομονάστηρο) στην Παροικιά. Στο ευρετήριο του συμβολαιογράφου Ιωάννη Γράβαρη, σσ. 116-117, διαβάζουμε: "αρ. 954. 14 Σεπτεμβρίου 1850. «Ο ενδαισιμώτατος πατέρας Σεραφείμ, προεστώς του μοναστηριού των Γάλλων και Αντώνιος Πατέλλης, γεωργός, κάτοικοδημότης Πάρου, ο πρώτος ενοικιάζει τα κτήματα του μοναστηριού προς τον δεύτερον προς δρχ. 40, το ένα στην θέση Κολώνα, το άλλο στο Λυαροκόπι».

Βικάριοι
1675. 27 Μαΐου 1675, Σεραφείμ ο εκ Ριόν παρεγένετο εις Άγουσα (Νάουσα) προς βοήθεια των ψυχών και την εορτή της Πεντηκοστής και να διδάξει στο σχολείο εν τη οικία του Νικηφόρου Γιράρδη και μετα της ημέρας μετοίκησε εις την θυγατέρα του μακαρίτου Γεωργίου Μοσκονά, συζύγου του Δομένικου Κρίσπου, ως αυτής θανούσας χειροτονήθηκε ιερεύς (καθολικός).  Στις 29 Ιουνίου 1676 ο πρώτος θεμέλιος λίθος ετέθη στον Άγιο Αθανάσιο υπό του Γιαννάκη Γεράρδη υποπρόξενου των Γάλλων στην Πάρο παρουσία του εφημέριου Λεονάρδου Φρέρη και του ιερέως Δομίνικου Κρίσπη, πλείστων ελλήνων παπάδων, των δοκίμων της πόλεως και των πλειστών κατοίκων, ο ηγούμενος Ιωάννης Φραγκίσκος από το Αρράς (DArras) εποίησε μικρό λογίδιον. (πρόκειται για την ανακατασκευή της Μονής του Αγίου Αθανασίου στη Νάουσα από τους καθολικούς Μοναχούς).  Το 1681 πεθαίνει ο καθολικό Βικάριος Αγίου Γεωργίου Νάουσας Λεονάρδος Φρέρης σε ηλικία 53 ετών. Ο τάφος του είναι εντός του Ναού Αγίου Γεωργίου Νάουσας. Μια πλάκα μπροστά από το Αλτάριο αναφέρει το όνομά του και το έτος 1681 και αριστερά βρίσκεται το υπόλοιπο μέρος της ταφόπλακάς όπου είναι και ο τάφος του.
–1682. Το έτος 1682,  βικάριος στον Άγιο Νικόλαο τον Αρρανό ήταν ο ιερέα Πέτρος Βουτζαράς.
1718. Ο Βικάριος Γεράρδης Νάουσας αναφέρεται σε έγγραφα στις 19 Απριλίου 1718 «Στη Νάουσα προικοσύμφωνο Δημ. Περδικάκη και Αναστασίας Λιπράντου (Καστέλλι Νάουσας, 19 Απρ. 1718) Από δε τα ξωτικά το χωράφι όπου έχει εις του Ζγουράφου τα δύο λιβαδάκια συμπλησιαζόμενα Σακελλάριου Ρούσσου και του χωραφιού βικάριος Γεράρδης.»
1724. και στις 27 Σεπτεμβρίου 1724 «Προικοσύμφωνο Ιωάννη Βασάλου και Αννέζας (Νάουσα 27 Σεπτ. 1724) «έτερον χωράφι εις τον Ξηροπόταμο πλησίον βικαρίου Γεράρδη, έτερον χωράφι εις την Κατηφόρα πλησίον Ιωάννης Τριαντάφυλλους».
1783. Σε έκθεση περί της καθολικής εκκλησίας στη Νάουσα του 1783 αναφέρεται ο Βικάριος Πάρου (θανών) δον Ιωάννης Καλλέργης.
1783. Σε έκθεση του 1783, περί της Καθολικής Εκκλησίας στη Νάουσα αναφέρεται ο Βικάριος Ιάκωβος Μπαρότσης. 
1783. Σε έκθεση του 1783, περί της Καθολικής Εκκλησίας στη Νάουσα αναφέρεται ο Βικάριος Φραγκίσκος Κρίσπης και ο κανονικός δον Φραγκίσκος Κρίσπης όπου υπηρέτησε για τρία συναπτά έτη την εν Πάρο εκκλησία υπό την ιδιότητα αναπληρωτού, αποστολικής μέριμνας.

Εφημέριοι
Το 1500 εγκαινιάζεται ο ναός του Αγίου Γεωργίου στη Νάουσα, ο Δον Αντώνιος Βιτζαράς είναι ο πρώτος ιερέας του.
Από το  1662 έως 1681 εφημέριος του Αγίου Γεωργίου στη Νάουσα ήταν ο βικάριος Λεονάρδος Φρέρης από την Σύρο ο οποίος πέθανε σε ηλικία 53 ετών. Ο τάφος του είναι εντός του ναού μπροστά στο αλτάριο.
Εφημέριος του Αγίου Γεωργίου Νάουσας ίσως μετά τον Λεονάρδο Φρέρη, ο επίσης Συριανός Μπουρτούλι Ρόσσι.
Το 1661 αναφέρεται ο κληρικός Παροικιάς από τη Νάξο Ιωάννης Αντωνίου Καμίλλη.
Το 1660 και το 1666 αναφέρεται ο εφημέριος Παροικιάς στο Αλτάριο της Εκατονταπυλιανής ο Δον Νικόλαος Δαρζέντας
Το 1676 ιερέας στη Νάουσα ο Δομίνικος Κρίσπης. Έγινε ιερέας μετά τον θάνατο της γυναίκας του.
Το έτος 1682, εφημέριος του καθολικού αλταρίου της Εκατονταπυλιανής ο Φραντζέσκος Κρίσπος.
Το 1682 αναφέρεται ο ιερέας Βουτζαράς [Βιτζαράς]
Από το 1964 Εφημέριος Πάρου ο π. Εμμανουήλ Ρεμούνδος, τα δύσκολα χρόνια που υπηρέτησε την Πάρο μπόρεσε μαζί με δωρητές και κατοίκους της Νάουσας να αναστηλώσει το 1996 τον Άγιο Γεώργιο στη Νάουσα και να τον ξαναλειτουργήσει μετά από 150 χρόνια.
Έως τον Νοέμβριο του 2015 εφημέριος Πάρου ήταν ο Πολωνικής καταγωγής π. Ριχάρδος Ταράσκεβιτς ο οποίος αναβάθμισε και ανακαίνισε τόσο τον Άγιο Αντώνιο και το σπίτι του Εφημέριου όσο και τον Άγιο Γεώργιο.
Από τον Νοέμβριο του 2015 εφημέριος Αγίου Αντωνίου ο 27χρονος π. Γεώργιος Παλαμάρης από την Τήνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αλφαβητικός κατάλογος επιθέτων